30 Σεπ 2009

Α. Το Αεροδρόμιο

Έφτασα ως εδώ διασχίζοντας μια ρημαγμένη γη, όλο εργοστάσια και αντιπροσωπείες αυτοκινήτων. Αεροδρόμιο Αλεξανδρούπολης «Δημόκριτος»,    τέλος Σεπτεμβρίου, απόγευμα.  Ανακαινισμένο και λευκό, με ντιζάιν που εκπέμπει μαζικότητα και βαρεμάρα. Δεν υπάρχει τίποτα για να πιαστείς,  να ξεχαστείς, απλά ακολουθείς τις επιγραφές, τις αφίξεις και τις αναχωρήσεις. Θα μπορούσες να βρίσκεσαι οπουδήποτε. Όπως  στα περισσότερα αεροδρόμια, η έννοια «τοπικός», πέρα από κάτι αφίσες με κάτι «WELCOME ΤΟ THRACE”,ακυρώνεται. Oι ανακοινώσεις στα μεγάφωνα γίνονται από κορίτσια  χωρίς προφορά, χωρίς  πατρίδα. Η πατρίδα τους είναι το γκισέ τους. Έτσι όταν, καμιά φορά, ακούσεις, στα ξαφνικά, μια ντοπιολαλιά, μια βαριά θρακιώτικη προφορά, γυρνάς έκπληκτος να δεις από πού προέρχεται. Οι επιβάτες, εδώ, είναι κυρίως μικρές ομάδες νεαρών  ,που το βλέμμα τους, και τα κάπως άτσαλα φορεμένα ρούχα τους, μαρτυρούν πως είναι αδειούχοι φαντάροι. Πίνουν κακάο και χαζογελάν για τ’ αθλητικά, παριστάνοντας τους «πολίτες». Aυτοί , μαζί με τους, σαφώς πιο άνετους, φοιτητές, αποτελούν τον βασικό πυρήνα των  επιβατών. Στην άκρη, μια οικογένεια Πομάκων, χαζεύει, στη μεγάλη τζαμαρία, το επίπεδο θρακικό τοπίο.     
Yπάρχει κάτι που ενώνει όλους εμάς που γεννηθήκαμε στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και μετά.   Είμαστε οι γενιές των αεροδρομίων. To αεροπλάνο τείνει  να γίνει, πια, το κτελ του 21ου αιώνα. Ότι ήταν για τους παλαιότερους οι σιδηροδρομικοί σταθμοί και  τα λιμάνια, με τους αποχωρισμούς, τις  επανασυνδέσεις και ότι συμβόλιζαν αυτά, είναι για μας τα οξυζενέ κτίρια με τα μεγάλα τζάμια και τις αχανείς, γκρίζες πίστες. Εδώ το πεδίο είναι σχετικά καινούργιο, η ομοιομορφία του, δεν επιτρέπει ηρωικούς μελοδραματισμούς. Το μόνο που μπορεί να δει κανείς, εδώ, είναι χαμηλόφωνες φευγάτες ιστορίες από φευγάτους ανθρώπους.   Τα αεροδρόμια είναι οι μόνιμες κατοικίες του προσωρινού, οι ναοί του στιγμιαίου.
Ποτέ δεν είχα την αυτοπεποίθηση του «αεροπόρου με τις  γκρίζες φαβορίτες», Κώστα Πρέκα.  Κάθε φορά που μπαίνω σε αεροδρόμιο, ψάχνω βιαστικός να βρω τα γκισέ, και έτσι ξεχνώ τις «φιλολογίες» για το θέμα αυτό. Στο  «Δημόκριτος», συνήθως φτάνω αργά τ’ απόγευμα, για να ταξιδέψω στην Αθήνα. Με το που τελειώσω το «τσεκάρισμα», όμως,μια μαγική αίσθηση διακτινισμού με διακατέχει, και ξαφνικά όλα μου θυμίζουν το προορισμό μου. Αφήνοντας το κτίριο για να μπω στο αεροπλάνο, και καθώς ο αέρας με χτυπάει αλύπητα, νιώθω ήδη ότι διασχίζω τη Σταδίου, βράδυ.



24 Σεπ 2009

A. Τα Αδέσποτα


Τα αδέσποτα είναι τα πιο ελεύθερα πλάσματα της πόλης. Δεν δίνουν σημασία σε τίποτε, κοιμούνται όταν οι άλλοι δουλεύουν, τεμπελιάζουν κάτω απ’ τον ασπριδερό ήλιο του βορρά όταν όλοι πηγαινοέρχονται προσποιούμενοι τους πολυάσχολους , καβαλάνε το ένα το άλλο χωρίς ενδοιασμούς δίπλα στα παιδάκια που παίζουν στο πάρκο.  Μιλώ κυρίως για σκύλους. Πιστεύω πως η έννοια αδέσποτο είναι ταυτισμένη περισσότερο με σκύλο, σπάνια με γάτα. Οι γάτες είναι σκληρές, είναι ο εαυτούλης τους, ζούνε  εκ του ασφαλούς. Οι γάτες σαν κλέφτρες εμφανίζονται στην αγορά, παίρνουν ότι θέλουν, και μετά σαν κλέφτρες, πάλι, εξαφανίζονται. Οι σκύλοι, αντίθετα, θα μείνουν εκεί, πιστοί, ακόμα και αν τα ρολά κλείσουν. Οι γάτες φυλάγονται, αυτοσυντηρούνται όπου κι αν βρίσκονται, ενώ οι σκύλοι όταν χάνουν το αφεντικό τους, , χάνουν τη πυξίδα τους, βιώνουν σε βάθος τη μοίρα του να είναι κάποιος αδέσποτος ,είναι τραγικές φιγούρες. Είναι όμως και κωμικές. Τους βλέπω σε αγέλες να διασχίζουν τους δρόμους του κέντρου, δήθεν αδιάφοροι, σαν να ετοιμάζονται για μια μεγάλη αποστολή. Οι αρχηγοί μπροστά,  και οι πιο μαλθακοί και άτσαλοι , τελευταίοι και καταϊδρωμένοι. Νομίζεις ότι βλέπεις μια ανθρώπινη παρέα. Υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις: οι χειραφετημένοι, οι δειλοί, οι «φλώροι», με κάτι περίτεχνα λουράκια, που χάθηκαν απ’ τ’ αφεντικά τους και τα βρήκαν σκούρα στους πέντε δρόμους.  Στα μάτια τους διαβάζεις τη ζωή τους,  συχνά θα δεις δάκρυα. Υπάρχουν και φορές που παρατηρώντας τους θα θυμηθείς έναν αστείο μακρινό σου θείο…
 Γυρνώντας με το ποδήλατο συναντώ συχνά τον Ζαχαρία. Είναι ο Μιλού της περιοχής (τον Τεντεν δεν τον έχω βρει ακόμα), πολλοί τον ξέρουν με τ’ όνομα του.  Τριγυρνάει στους πεζοδρόμους των καφέ και χλευάζει τους διάφορους ψωροπερήφανους που προσπαθούν να ενταχθούν στη ντόπια «ελίτ». Άλλες φορές πάλι παρενοχλεί τα άλλα, πιο γέρικα, αδέσποτα, που  ξαπλώνουν σε διάφορες γωνίες των δρόμων παριστάνοντας τα (κοιμισμένα) αγάλματα. Όταν όμως, έρχεται τ΄ απόγευμα και αρχίζει να πιάνει η ψύχρα, ο Ζαχαρίας κόβει την πλάκα και κάθεται και κοιτάζει τα μεγάλα σκουριασμένα πλοία που κάθονται ,χρόνια τώρα, στο λιμάνι . Τότε, σίγουρα, νιώθει έναν κόμπο στο λαιμό.


18 Σεπ 2009

Ιστορίες απ' το Φάρο




Καμιά φορά δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε για τα πράγματα που είναι γύρω μας, δίπλα μας  : τους δικούς μας, τους φίλους μας, την γειτονιά μας, την πόλη που ζούμε. Μας είναι πιο εύκολο όταν μιλάμε για έννοιες, πιο γενικές, πιο αφηρημένες. Το οικείο όταν ξεφεύγει από το μονότονο βουητό της καθημερινότητας και εγκαθίσταται σε μια λευκή ήσυχη επιφάνεια, μοιάζει ανοίκειο, ξένο. Σχεδόν δεν θέλουμε να το δούμε.  Όταν κλείνω την πόρτα, αρχίζω ένα έργο ή ανοίγω τον υπολογιστή ξεχνώ αυτά που θέλω να πω . Κοιτάζω το λευκό, το απόλυτο άδειο, αμφιβάλλοντας για το αν θα πρεπε να το γεμίσω πάλι, ή αν θα πρεπε να περιμένω λίγο να ησυχάσουν όλα , μήπως καταφέρω  κι ακούσω τη μυστική μελωδία του...

Τα ποστ που θ' ακολουθήσουν θα έχουν ως γενικό θέμα τη πόλη που (κυρίως) ζω, την Αλεξανδρούπολη. Θα είναι μικρά, ελπίζω όχι κουραστικά, κείμενα που θα μοιάζουν με βόλτα  στην πόλη. Κάτι σαν ημερολόγιο ποδηλάτου ή σαν ένα προσωπικό, εντελώς υποκειμενικό λεξικό . Ελπίζω  να μπορέσουν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους, τη σφιχτή επαρχιακή τους ατμόσφαιρα, και να καταφέρουν να σας μιλήσουν, σαν να μιλάνε λίγο και για τη δική σας πόλη.






9 Σεπ 2009

Στη θέση τους

- Μέρες Σεπτεμβρίου, στην Αλεξανδρούπολη ξανά, τίποτα δεν άλλαξε θέση, ούτε ο Φάρος της, ούτε το Λούνα Παρκ της, ούτε το Μνημείο των Ποντίων της, ούτε οι γέροι της, ούτε ο Μητροπολίτης της. Όλα είναι στη θέση τους.
-Οι βροχερές μέρες ήρθαν στην πόλη πιο νωρίς φέτος. μαζί τους έφεραν: «γλυκιά ρουτίνα», κατοικίδιους τσακωμούς, καινούργιες δουλειές, σχέδια.
-Εκλογές ανέκδοτο και οι φετινές. Στη πλατεία ένα συνεργείο στήνει το βάθρο για την ομιλία του Παπανδρέου, οι ίδιοι δείχνουν να βαριούνται, ο καιρός δείχνει να βαριέται (ψιλοβρέχει), οι περαστικοί προσπερνάνε ανόρεχτα. Μπροστά σε κάτι γιγαντοοθόνες μια αγέλη σκύλων ξύνεται.
-Γκρίζο το Θρακικό Πέλαγος σήμερα. Η γραμμή του ορίζοντα μόλις που φαίνεται, δεν ξέρεις που τελειώνει το επίπεδο της θάλασσας και που αρχίζει εκείνο τ’ ουρανού. Οι φόρμες καταλύονται, όλα μοιάζουν «αφηρημένα» , μ’ ένα βαθύτερο, εσωτερικό φως, σαν πίνακας του Ρόθκο ,σε μαύρο, άσπρο και γκρίζο όμως.
-Επιστροφή στη ζωγραφική, ονειρεύομαι ξανά τελειωμένα έργα, ζηλεύω την προσήλωση Lucien Freud, την επινοητικότητα του Francis Bacon, τη χάρη του David Hockney, το «σενάριο» του Neo Rauch, την άνεση των Ιαπώνων.

-Εδώ πάνω δεν υπάρχει χώρος για εξαλλοσύνες και έκφραση, «εκφράζονται» μόνο όσοι τα δίνουν όλα κάθε Σάββατο στα χάι τεκ μπουζουξίδικα. Οι άλλοι, αν είναι τυχεροί, φεύγουν απ’ τη πόλη, οι υπόλοιποι «βράζουν» μέσα τους, το κάνουν ιδιωτικά, για να μην τους πάρει κανείς χαμπάρι.
-Θα ήθελα παρόλα αυτά να δω κάποιους να επιμένουν, να κάθονται στο τόπο τους από επιλογή και με χαρά να φτιάχνουν πράγματα που να έχουν «εντοπιότητα» μ' ένα μοναδικό αλλά και σύγχρονο τρόπο: ένα περίεργο εστιατόριο, μία διαφορετική επιχείρηση επίπλων, μία βιοτεχνία καταπληκτικής μαρμελάδας…
-Νομίζω πως αυτό είναι μια λύση.

-Αλλιώς όλα θα μένουν στη θέση τους, συνεχώς.

2 Σεπ 2009

Γι' αυτό που αρχίζει...


Τις τελευταίες μέρες ένοιωθα σαν ταλαιπωρημένο, κοντομάνικο μπλουζάκι, που ξέβαψε απ’ τ’ αλάτι και τον ήλιο. άλλο ένα μακρύ (πολύ μακρύ) ελληνικό καλοκαίρι, έδωσε τη θέση του σ’ έναν ανακουφιστικό Σεπτέμβριο. Τώρα ζευγάρια συνταξιούχων κολυμπούν στου ΕΟΤ τις παραλίες, οι ξαπλώστρες αδειανές, οι πόρτες μισάνοιχτες στις ριγέ καμπίνες.
Θα κρατηθώ να μη μιλήσω για στάχτες κι αυθαίρετα. Λυπάμαι, κυρίως για τα δέντρα και τα ζώα που χάνονται αβοήθητα, για τη κανονικότητα που εξοντώνεται ξεδιάντροπα, για την ασχήμια που εγκαθίσταται σιγά-σιγά παντού, γύρω μας και μέσα μας.
Θα ήμουν, όμως, υποκριτής εάν έλεγα ότι δεν το χάρηκα αυτό το καλοκαίρι: Φίλοι παλιοί ανακατεύτηκαν με άλλους καινούργιους, ροδαλοί μπέμπηδες εισέβαλαν ηχηρά στη καθημερινότητα μας, ένα πεισματάρικο ντεσεβό με ταλαιπώρησε ευχάριστα στη Χίο ,αν και ποτέ στ' αλήθεια, παρ όλη τη προσπάθεια, δεν πήρε μπρος ...
Τώρα είναι Σεπτέμβριος ξανά, η πιο ωραία εποχή του χρόνου. Ένας εξουθενωμένος Έλληνας Πρωθυπουργός απ’ το διπλανό δωμάτιο αναγγέλλει εκλογές. Τώρα πολλοί μέσα κι έξω απ’ το διαδίκτυο θα συνεχίζουν να μετατρέπουν την αγανάκτηση τους σε επάγγελμα, τις όποιες αυθόρμητες κινήσεις τους σε ασφυχτικά «πρέπει». Λείπει από παντού , η αποφασιστικότητα και η ελπίδα. Κείμενα, εκπομπές και άνθρωποι όταν δεν βουλιάζουν στη μοιρολατρία, εκπέμπουν μια χαζοαισιοδοξία που είναι φοβερά εκνευριστική.
Δεν ξέρω τι να ευχηθώ γι’ αυτό που αρχίζει…

αρχείο

www.slowfood.com

επισκεπτεσ:

count website traffic

Αναγνώστες