27 Δεκ 2017

Ανδρούτσος




Νάτο το άγαλμα του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Με τη μαρμάρινη μουστάκα του και το , επίσης, μαρμάρινο δασύτριχο του στήθος . Μένει εκεί αλώβητο στην ομώνυμη πλατεία στην παραλία της Πρέβεζας. Και τι δεν θα είχαν δει τα ματάκια του , εάν έβλεπαν : Την τοπική οργάνωση της ανεκδιήγητης «Χρυσής Αυγής», ένα τραγικό σύνολο από κοντόχοντρους ελληναράδες που χωρίς τίποτε να καταλαβαίνουν στέκονται με σημαίες στη σκιά του , κάθε εθνική εορτή. Κι άλλοι πολλοί: συνδικαλάρχες με τις κοιλιές τους και τις φραπεδιές τους , αλλά και αριστεριστές με την αφόρητα βαρετή τους συνθηματολογία. Τουλάχιστον , αυτές τις μέρες, έχει μόνο ευχάριστα νταβαντούρια κι ένα «χριστουγεννιάτικο χωριό» που έστησε πρόχειρα και βαριεστημένα ο Δήμος Πρεβέζης…

26 Δεκ 2017

Kάθε Χριστούγεννα



Κάθε Χριστούγεννα:

-έρχεται η δικτατορία του στρας.

-επιμένω ν' ανοίγω, όλη μέρα και νύχτα, τα λαμπάκια στο δέντρο , που κατά βάθος είναι το πιο ωραίο πράγμα επάνω στο δέντρο και θα μπορούσαν να υπάρχουν και χωρίς αυτό.

-αναρωτιέμαι τι είναι , αλήθεια, τα "Eλληνικά Χριστούγεννα"; μήπως τα Χριστούγεννα σαν Πάσχα; με 18 βαθμούς Κελσίου, τσίκνα, αλογόμυγες και κουνούπια;

-συγκινούμαι με την επιβλητική μελωδία του " Hark the Herald Angel Sing " , σε όλες του τις εκτελέσεις, μ΄αρέσει και κει που ο Σαββόπουλος την εντάσσει στο δικό του "Σχόλιο " : "Γύρω στο '48 πέρασα από κει κι εγώ", Χριστούγεννα παντού απ την Οξφόρδη εώς τη Μακρόνησο.

-όλα τα καθάρματα της υφηλίου ( φέτος ξεχωρίζει ο Donald Trump) προσποιούνται τους καλούς και μοιράζουν ευχές για ειρήνη κλπ κλπ

-ακούω τα "Άπαντα" του Έλβις, παραδοσιακά πλέον, από την υπέροχη Sun περίοδο του εώς τα χρόνια του Βέγκας και του φυστικοβούτυρου, συχνά λερώνω , κατά λάθος, τα εξώφυλλα των CD με τα μελομακάρονα.

-λέω  ότι θα γιορτάσω ως "παραδοσιακός άνθρωπος" χωρίς ποτέ να έχω γνωρίσει πραγματικά την Παράδοση: καραβάκι με λαμπάκια / εκκλησία την παραμονή / παραδοσιακά κάλαντα / Παπαδιαμάντης, όλα αυτά τα ωραία πράγματα που μοιάζουν σαν να έρχονται από άλλη χώρα ή άλλο πλανήτη, και που για την ώρα τα λυμαίνονται οι πιουρίστες , σχολαστικά και χωρίς συναίσθημα.
Η "ιδέα" σπάνια αφήνει χώρο στην απόλαυση.

-κάποιο παιδάκι στον κόσμο κρυώνει και πεινάει και κάποιοι άλλοι, πολλοί, αναρτούν φωτογραφίες με παιδάκια που κρυώνουν ή πεινάνε , για να νιώσουν εκείνοι καλύτερα.

-μισώ τη λαικοπόπ δήθεν ανεμελιά της ελληνικής τηλεόρασης, που είναι πια τόσο προβλέψιμη και συντηρητική, αλλά πάντοτε τη χαζεύω μαζοχιστικά.

-δεν με πειράζει ο Βασίλης Καρράς , είναι με τον τρόπο του γιορτινός κι αυθεντικός, αλλά βαθιά μέσα μου έχω την ελπίδα ότι θα ρθει κάποτε το βράδυ εκείνο που ο Π.Ε.Δημητριάδης των πρώην Κόρε.Ύδρο. θα τον παρουσιάζει ως οικοδεσπότης στη δική του Χριστουγεννιάτικη εκπομπή.

-νοσταλγώ τα αθώα παιδικά Χριστούγεννα γύρω στο '84-'85 που είχε χιονίσει στην Αθήνα την παραμονή.

-δεν νοσταλγώ τις εφηβικές μπαρότσαρκες των '90s την παραμονή.

-δεν θέλω να θυμάμαι τα Χριστούγεννα του '87.

-περιμένει στη γωνία μια τραγωδία, ένα δυστύχημα και μια φυσική καταστροφή.

-βλέπω τον Πάπα να ευλογεί τα πλήθη στο Βατικανό και πιστεύω στ' αλήθεια πως είναι καλός άνθρωπος.
-ανυπομονώ για το επόμενο πρωτοχρονιάτικο σαρδάμ του δημάρχου Καμίνη στη μελαγχολική φιέστα της πλατείας Κοτζιά.
-κάνω πως δουλεύω, σταματώ, κατεβαίνω απ τη σοφίτα παριστάνοντας, έστω κι αργοπορημένα, τον Αη Βασίλη στα δίδυμα.
Χρόνια Πολλά!

8 Δεκ 2017

Εάν Ήσουν Εδώ Σήμερα







     To Strawberry Fields Forever είναι , σταθερά, το αγαπημένο μου τραγούδι. Είναι ένα αριστούργημα. Δεν θα κάτσω να το αναλύσω τώρα, άπειρα κείμενα έχουν γραφτεί και θα γραφτούν για τις νεωτεριστικές του αρετές κλπ κλπ .
    Το μυαλό που το συνέλαβε, δολοφονήθηκε απ τις σφαίρες ενός παράφρονος φαν του , σαν σήμερα, πριν 37 χρόνια.
    Ήταν 40 χρονών, όσο περίπου είμαι εγώ τώρα.
    Θυμάμαι την αναγγελία του θανάτου του, απ τη μαυρόασπρη ελληνική τηλεόραση ,να πέφτει σαν βόμβα στο αθηναϊκό σαλόνι της γιαγιάς μου. Ακόμη κι αυτή , φαν του Αττίκ και των γαλλικών ελαφρών, έμεινε εμβρόντητη.
    Ο Λένον, λέει ο αστικός μύθος, τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε εγκαταλείψει τη ροκ ζωή, στις ,λιγοστές πια, συνεντεύξεις του μίλαγε σαν να μισούσε τη δεκαετία του ’60 (κι ότι σχετίζονταν μ' αυτήν).
    Ασχολούνταν κυρίως με την ανατροφή του μικρού του γιου και με το φούρνισμα του ψωμιού (η Γιόκο με όπλα την καπατσοσύνη και τη χορτοφαγία τον είχε πια «νικήσει», κι είχε πια αναλάβει κανονικά το ρόλο του άνδρα της οικογένειας, λείποντας συχνότατα απ το σπίτι) .
    Στο τζουκμποξ του ίσως να έπαιζαν πια παιδικά τραγουδάκια, μουσικές για αεροδρόμια, άντε και κανένας Buddy Holly (τον οποίο λάτρευε).
    Διάβασα πρόσφατα ότι δεν άντεχε τα παλιά τραγούδια του, γιατί αντιπαθούσε τη φωνή του, έλεγε πως ακουγόταν σαν μια στριμμένη αγγλίδα γιαγιά, γι αυτό στις ηχογραφήσεις έβαζε πολύ echo και φίλτρα(κι αργότερα τις «φορτωμένες» παραγωγές του Phil Spector) για να την παραμορφώνει.
    Γενικά προτιμούσε ν’ ακούγεται σαν τον ‘Ελβις ή τον Βuddy ή σαν κάποιον σοφό γέρο Ινδό , παρά σαν αγγλίδα γιαγιά.
    Ζωγράφιζε πολύ πριν απ τους Beatles. Σχέδια χιουμοριστικά, τολμηρά και σουρεαλιστικά. Ίσως αυτά ν’ αποτέλεσαν τον σπόρο των τραγουδιών που θα προέκυπταν αργότερα, ιδίως απ το ’65 και μετά.
    Με τον Πωλ Μακάρτνει είχε σχέση αγάπης-μίσους. Σ΄αυτόν , άλλωστε, απευθύνονταν το βιτριολικό «Ηοw Do You Sleep?» . Μ’ αυτόν όμως κοιτάζονταν στα μάτια, σαν ερωτευμένοι, όταν έγραφαν τα καλύτερα κομμάτια τους.
    Δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του Λένον , ο Μακάρτνει κάθισε κι έγραψε ένα συγκινητικό κομμάτι για τον παλιό φίλο του, το ‘Here Today’. Σε κάποιο σημείο το τραγούδι λέει:
    Well Knowing You,
    You'd Probably Laugh And Say That We Were Worlds Apart.
    If You Were Here Today.
    Το τραγούδι αυτό, είναι κατά τη γνώμη μου, απ τις πιο τρυφερές στιγμές στην ιστορία της Ροκ.
    Δεν ξέρω πως θα ήταν , τι θα είχε κάνει , εάν ζούσε, εάν ήταν εδώ, σήμερα.
    Αυτό που ξέρω είναι πως χωρίς τα τραγούδια του η πραγματικότητα θα ήταν αφόρητη.

4 Οκτ 2017

Η Κική εκείνο το βράδυ




https://www.youtube.com/watch?v=g8SUnnwWHxM


Πρόλαβα ,ευτυχώς, να πάω κι εγώ, τέλος Σεπτεμβρίου, στη, φθινοπωρινή πια, Ταράτσα του Φοίβου. Ήταν, ίσως, η πιο πολυσυζητημένη της βραδιά. Εκλεκτός guest του Δεληβοριά ήταν ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο «πατέρας» όλων των Ελλήνων τραγουδοποιών, παλαιοτέρων και νεωτέρων,  ο πρώτος που τόλμησε να τα πει με μια κιθάρα, με τόση ένταση και αποφασιστικότητα και, μάλιστα, σε βαθύτατα σκοτεινές εποχές. Ήμουν ιδιαίτερα συγκινημένος, αφού τους ξανάβλεπα μαζί στο πάλκο, μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια. Φεβρουάριος του 1996, ήταν, θυμάμαι ,  τότε που τους είχα δει για πρώτη φορά μαζί  στη Σφεντόνα της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ήμουν είκοσι χρονών, είχα πάει πρώτη φορά σε τέτοιου είδους μαγαζί , με τρεις φίλους, κι εκεί είχα ακούσει , μεταξύ άλλων, το εξελληνισμένο Obladi Oblada,  αλλά και τα τραγούδια  απ  τον πιο πρόσφατο τότε κύκλο τραγουδιών του Σαββόπουλου τον «Μην πετάξεις τίποτα». Μαζί με τα παραπάνω  λοιπόν, άκουσα για πρώτη φορά   κι αυτό το παράξενα, όμορφο κι εθιστικά λάθος τονισμένο «Λιβερπούλ και Μαντσέστερ» απ την «Κική» του Δεληβοριά, αυτόν τον μικρό ατσούμπαλο στίχο που με φώτιζε παρηγορητικά, για πολύ καιρό αργότερα, στις βαρετές , υγρές, βάρδιες 12-4 , την ώρα που οι αρουραίοι έκαναν τσουλήθρα στους κάβους της πρύμνης της Φ/Γ Ναβαρίνο  όπου παρουσιάστηκα λίγους μήνες μετά από εκείνη τη βραδιά στη Σφεντόνα.

Τότε το ‘96 , αμήχανος καλεσμένος του Σαββόπουλου ήταν ο Φοίβος που ελάχιστοι μυημένοι τον γνωρίζαμε .  Τώρα ο τελευταίος έφτιαχνε την Ταράτσα, που βρισκόταν στο τέλος μιας σειράς καλοκαιρινών παραστάσεων - μια μεταφορά ονειρικού αναψυκτήριου στο σήμερα- με ζουμερές χορεύτριες, stand up comedians  και αδέξιους ταχυδακτυλουργούς .  Σ' αυτή τη  Φελινική παρέλαση ονομάτων, mainstream και μη , που δεν φοβήθηκαν να εμφανιστούν εκεί πάνω και να τα πουν μ’ ένα πιο burlesque τρόπο,  τελευταίος μουσαφίρης ήταν ο Σαββόπουλος και οικοδεσπότης πιά , όλο αυτοπεποίθηση πλέον, ο Δεληβοριάς. Οι ρόλοι είχαν αντιστραφεί.

Και δεν ήταν πια Καλοκαίρι, ούτε κυριολεκτικά, λόγω επιδείνωσης καιρού,  αλλά ούτε και μεταφορικά. Η ψυχολογία μου ήταν σαν πετρελαιοκηλίδα που απλώνεται μέρα με τη μέρα στο Σαρωνικό, καθώς είχα μπει για τα καλά στη φθινοπωρινή ρουτίνα, κι  ένας δυνατός ψυχρός άνεμος ήταν έτοιμος να τα σαρώσει όλα : χτύπαγε τέντες , στριφογύριζε με λύσσα τα αθώα χρωματιστά σημαιάκια πάνω απ την σκηνή, ανακάτευε τις παρτιτούρες, σκορπούσε νότες και λόγια και βάσεις μικροφώνων, ακόμα κι αυτό το πελώριο μπουκέτο από  τριαντάφυλλα με την επιγραφή «Η Ταράτσα Του Φοίβου» πηγαινοερχόταν απειλητικά (νομίζω, πάντως πως κάποιος μου είπε πως ήταν από φελιζόλ και να έπεφτε δεν θα έκανε μεγάλη ζημιά), και φυσικά ανέμιζε και τα λευκά γένια και τα ατακτοποίητα ξέφτια απ την κοτσίδα του Δ.Σ. κάνοντας τον έτσι, μαζί και με τα παιχνιδίσματα του προβολέα και τη ένταση της ερμηνείας του,  να μοιάζει με βιβλική φιγούρα. 

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση  η επανεκτέλεση της «Κικής κάθε Βράδυ» απ τους δυο , μετά από σχεδόν 20 έτη. Και ιδιαίτερα το σημείο που ο Σαββόπουλος το αλλάζει και λέει "Αλβανοί και  Ναύτες Γέροι, όλοι μου οι συγγενείς!" εντάσσοντας το έτσι  στο δικό του δημιουργικό σύμπαν.  Αυτή ακριβώς  η στιγμή κι όχι η κάπως αόριστη (κι αγχωτική) προσδοκία για μια βραδιά μέθεξης, ήταν νομίζω το ‘κλειδί’ της επιτυχίας της προχθεσινής βραδιάς στην Ταράτσα. Μικρά ρίγη συγκίνησης. Έτσι κι αλλιώς οι εποχές είναι ζόρικες, όχι  με την έννοια της «σκοτεινιάς», της δυσκολίας των χρόνων που ξεκινούσε ο Σαββόπουλος, αλλά με την έννοια της μιζέριας που επιμένει, μιας αίσθησης ότι μετά από κάτι πραγματικά καλό που είναι δυστυχώς σύντομο ,  ακολουθεί σωρεία κακών που σε προσγειώνουν σε μια επίπεδη πραγματικότητα. Και δυστυχώς αυτό  το παραδεχόμαστε όλο και πιο πολύ και ίσως αυτή η παραδοχή , αυτή η κατάφαση στην πραγματικότητα , μας κάνει να ψάχνουμε , εναγωνίως, σαν φωτάκια  στο σκοτάδι τις λιγοστές στιγμές που αξίζουν . Ο Δεληβοριάς ίσως πρώτος το κατάλαβε αυτό και  γι αυτό στο πάλκο, φορώντας το γαλάζιο κουστούμι του διασκεδαστή, έδειχνε να μην σκοτίζεται για το  μεγάλο «νόημα» , ήθελε απλώς να οργανώσει, ανακαλώντας και ανακατεύοντας πράγματα και πρόσωπα που αγαπάει, μια καλοστημένη παράσταση για να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος , γι αυτό και η ερμηνεία του, ειδικά στην «Κική» είχε , όχι πια το  τραύλισμα του ’96, αλλά μια σιγουριά αληθινή που ωρίμασε σταδιακά όλα αυτά τα χρόνια. Και είχε, προχθές, δίπλα του, τον πρώτο διδάξαντα, αυτόν που είδε πρώτος το τραγούδι, ελληνικό ή μη, ως ένα ενιαίο τοπίο, άλλοτε συναρπαστικό, άλλοτε ενδιαφέρον, άλλοτε θολό, άλλοτε βαρετό, αλλά πάντοτε ενιαίο. Όπως ακριβώς και  η ζωή. Μικρής διάρκειας στιγμές, μικρές φυσαλίδες συγκίνησης και υπέρβασης είναι αυτές που αλλάζουν το τοπίο , αλλά και τη ζωή μας.

Εν κατακλείδι , η διασκέδαση και η συγκίνηση , αυτά τα τόσο παρεξηγημένα και ταλαιπωρημένα κορίτσια των νεανικών μας χρόνων , πρωταγωνίστησαν πάλι προχθές το βράδυ στην Ταράτσα, χωρίς τύψεις και παρακινούμενες απ την καλειδοσκοπική ματιά του Δεληβοριά και την παρουσία-καταλύτη του Σαββόπουλου . Το τοπίο έγινε και πάλι ενδιαφέρον. Αργότερα ίσως να έρθει ξανά και το "νόημα".

10 Σεπ 2017

Αντεστραμμένος Σεπτέμβριος





Kι ύστερα εκεί γύρω στα τέλη Αυγούστου, αρχές Σεπτέμβρη επιστρέφεις στην πόλη. Στην αρχή σου λένε πως σ’ επιθύμησαν, αλλά γρήγορα καταλαβαίνεις πως έτσι μιλάνε στις πόλεις, ειδικά σ’ αυτή την πόλη. «Τι έγινες;” “Που χάθηκες;” Kαι μετά τα λόγια χάνουν τον ήχο τους και «πουφ» σκορπίζονται στον αττικό ουρανό. Λόγια της αιθαλομίχλης. Εν τω μεταξύ εσύ βγάζεις τα χαβανέζικα πουκάμισα κι αρχίζεις σιγά σιγά να ξεβάφεις και να τρέχεις στο ρυθμό του Σεπτεμβρίου . Κάνεις πως το πιστεύεις. Όμως οι παχιές σκιές πάνω στα κτήρια, το θερμόμετρο των τριάντα και κάτι βαθμών Κελσίου και οι μαυρισμένες κοιλίτσες των κοριτσιών, φωνάζουν για λίγο ακόμα καλοκαίρι. Κι εσύ σταματάς απότομα κι αρχίζεις να έχεις μια ακατανίκητη επιθυμία για να κάνεις τα πιο ανορθόδοξα πράγματα μέσα στην πόλη. Π.χ. Να τραγουδάς χριστουγεννιάτικα τραγούδια πλάι στα τζιτζίκια που επιμένουν. Σχεδιάζεις κόλπα που θα σε κάνουν να βγεις έξω , έστω και για λίγο, απ αυτή την «προσαρμογή» που πρέπει μοιρολατρικά, σχεδόν, να αποδεχθείς . Έτσι αρχίζεις, για παράδειγμα, να διαβάζεις τα ονόματα των δρόμων ανάποδα: H  Λεωφόρος Αλεξάνδρας γίνεται Λεωφόρος Σαρδναξέλα  κι έτσι «μετακομίζει» νοητά σε μια γειτονιά της Νάπολι, η Φωκίωνος Νέγρη γίνεται πλατεία στη Μόσχα με το εντελώς «μοσχοβίτικο» Σονωικωφ Ηργέν  . Ο Κώστας αμέσως αμέσως μετατρέπεται σε Σατσώκ. Κι έτσι αποκτάς αυτόματα ένα Τσέχο φίλο. Εάν ήταν Σάτσεκ θα ήταν μάλλον Πολωνός. Μια Κατερίνα, που κανείς δεν την προσέχει, εάν γινόταν Ανιρετάκ , ίσως να φάνταζε πιο εξωτική και όλοι να ήθελαν να γνωρίσουν αυτό το πλάσμα που κρύβεται πίσω απ αυτό το αινιγματικό όνομα. Μα και ο Νίκος που χειμώνα- καλοκαίρι περνάει τις ώρες του μπροστά στο Pornhub , και που κι αυτό ακόμα έχει αρχίσει να το βαριέται , με μιαν ανάποδη ανάγνωση μεταμορφώνεται σε Σόκιν ,κι έτσι αποκτά τη χαμένη του σεξουαλική αυτοπεποίθηση και ξεχύνεται ορμητικός σαν Τυφώνας Ίρμα έξω στους δρόμους. Κι εσύ όλο και διασκεδάζεις μ’ αυτή σου την ανακάλυψη. Ο Σεπτέμβριος σου είναι πια γιορτή, ένα πανηγύρι αντεστραμμένων ονομάτων που βαριούνται την πραγματικότητα τους και γλεντάνε με τον άλλο τους εαυτό. Μέσα σ’ αυτό το παιχνίδι νιώθεις άλλος , ξένος που έρχεται από μακριά και που μεταμορφώνει τις πόλεις και τις κάνει καινούργιες, πιο ελπιδοφόρες. Κι ο μήνας Σοιρβμετπες  με το ακατανόητο όνομα δεν είναι άλλος απ τον πρώτο μήνα μετά το καλοκαίρι , που σημαίνει και αρχή της χρονιάς. Όλα αρχίζουν τώρα απ' την αρχή, για μια ακόμη φορά. Κι όταν πιά θα χει δροσίσει , θα αφήσεις το παιχνίδι των αντεστραμμένων ονομάτων στην άκρη , δεν θα έχεις ανάγκη πια τα κόλπα και τις μεταμφιέσεις, γιατί πλέον θα έχουμε μπει για τα καλά στο Χειμώνα .

27 Αυγ 2017

All I Want is You









Το είχα σχεδόν ξεχάσει, αυτό το τρυφερό, "φελινικό" , βιντεοκλίπ, ένα δραματάκι που εκτυλίσσεται μέσα σε μια ατμόσφαιρα τσίρκου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι γυρίστηκε κοντά στην Όστια, την ίδια περίοδο που ο Ιταλός σκηνοθέτης γύριζε εκεί την τελευταία του ταινία. Ήταν οι πρώτες μέρες του MTV στην Ελλάδα, ήταν πολύ της μόδας τότε τα "καλόγουστα" μαυρόασπρα εξώφυλλα δίσκων (αλλά και κλιπ) ,και η νοσταλγική και πιο clean ματιά στα 60’s. Tο συγκεκριμένο πρέπει να το πρωτοείδα δεκατεσσάρων ετών, επιστρέφοντας από διακοπές με τη γιαγιά μου στη Σκόπελο , το τέλος του ταραγμένου Καλοκαιριού του 1989, που η χώρα , διχασμένη για μια ακόμη φορά, χτυπιόταν στα βράχια. Οι Αυριανιστές καθόριζαν τα πράγματα . Όταν μπήκε Σεπτέμβριος πήγα κι αγόρασα το δίσκο , το υπέροχο διπλό Rattle and Hum, μαζί με το Disintegration των Cure. Ήταν οι πρώτοι αληθινά «ενήλικοι» δίσκοι μου (και το Βαβέλ το αντίστοιχο περιοδικό) και δεν είχα να φοβηθώ τίποτα, τουλάχιστον για εκείνο το φθινόπωρο.

14 Αυγ 2017

Τρεις πλευρές της Paulette Godard









Σας λέει τίποτα το όνομα Paulette Godard; Ήταν το κορίτσι του Τσάρλι Τσάπλιν στα «Modern Times» και «Τhe Great Dictator». Ήταν και σύντροφός του στη ζωή για ένα διάστημα. Η δεκαετία του ’30 , κι ενώ όλοι είχαν εγκαταλείψει μια για πάντα τον βωβό για χάρη του ομιλούντος, βρήκε το Τσάπλιν παντοδύναμο βέβαια , αλλά αμήχανο και διστακτικό μπροστά σ” αυτή τη μεγάλη μετάβαση. Δημοσίως, μάλιστα , σνόμπαρε τη «νέα τάση» χαρακτηρίζοντάς τη θνησιγενή. Φοβόταν; Πιέζονταν; Ένιωθε ίσως πως ο «αλητάκος» του θα έχανε τη βωβή του αίγλη και πως η εκκωφαντική μηχανή του μέλλοντος θα τον συνέθλιβε. Ίσως για αυτό, στα γυρίσματα των «Μοντέρνων Καιρών», με το Paulettάκι παρέα , έκαναν , στα κρυφά, κάποια δοκιμαστικά διαλόγων με ήχο (Τελικά η ιδέα εγκαταλείφθηκε και στην ταινία αυτή ελάχιστοι ήχοι και διάλογοι ακούγονται, οι τελείως απαραίτητοι, μαζί βέβαια με το υπέροχο ακαταλαβίστικο τραγουδάκι του Σαρλώ στη σκηνή του εστιατορίου). Αυτή ήταν η Paulette: με μπανάνα, με μαχαίρι, με ποδιά, και στις τρεις αυτές φάσεις με την ίδια άγρια ομορφιά και χάρη. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, πως ο Σαρλώ (Τσάπλιν) την εμπιστεύτηκε και κράτησε με σιγουριά το λευκό της χεράκι στον άγνωστο, δύσκολο δρόμο που οδηγούσε στον ομιλούντα.

αρχείο

www.slowfood.com

επισκεπτεσ:

count website traffic

Αναγνώστες